Translation meaning & definition of the word "braise" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "εγκέφαλος" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Braise
[Σουφρώνω]/brez/
verb
1. Cook in liquid
- "Braise beef"
- synonym:
- braise
1. Μαγειρεύω σε υγρό
- "Βόειο κρέας εγκέφαλου"
- συνώνυμο:
- εξαναγκάζω