Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "bragging" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "παρακαλώ" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Bragging

[Συναρπάζω]
/brægɪŋ/

noun

1. An instance of boastful talk

  • "His brag is worse than his fight"
  • "Whenever he won we were exposed to his gasconade"
    synonym:
  • brag
  • ,
  • bragging
  • ,
  • crow
  • ,
  • crowing
  • ,
  • vaporing
  • ,
  • line-shooting
  • ,
  • gasconade

1. Μια περίπτωση καυχησιάρας συζήτησης

  • "Το καυχημένο του είναι χειρότερο από τον αγώνα του"
  • "Όταν κέρδισε, ήμασταν εκτεθειμένοι στην αεριοποίησή του"
    συνώνυμο:
  • μπραγκ
  • ,
  • παρακινώ
  • ,
  • κοράκι
  • ,
  • λαλεί
  • ,
  • ατμοποίηση
  • ,
  • λήψη γραμμών
  • ,
  • αεριοφυλάκιο

adjective

1. Exhibiting self-importance

  • "Big talk"
    synonym:
  • boastful
  • ,
  • braggart(a)
  • ,
  • bragging(a)
  • ,
  • braggy
  • ,
  • big
  • ,
  • cock-a-hoop
  • ,
  • crowing
  • ,
  • self-aggrandizing
  • ,
  • self-aggrandising

1. Επιδεικνύοντας αυτοεκτίμηση

  • "Μεγάλη συζήτηση"
    συνώνυμο:
  • καυχησιάρησ
  • ,
  • μπραγκαρτ(α)
  • ,
  • μπρακετζαριά(
  • ,
  • παλαβός
  • ,
  • μεγάλος
  • ,
  • πούτσος-α-χοπ
  • ,
  • λαλεί
  • ,
  • αυτοπεριπλανώμενοσ

Examples of using

It's not so much his bragging as his posturing that bothers me.
Δεν είναι τόσο η επαιτεία του όσο η στάση του που με ενοχλεί.
Tom is bragging about his new car.
Ο Τομ καυχιέται για το καινούργιο του αυτοκίνητο.
I'm tired of listening to your bragging.
Έχω κουραστεί να ακούω την καταπίεση σου.