Translation meaning & definition of the word "bookmark" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "σελιδοδείκτης" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Bookmark
[Σελιδοδείκτης]/bʊkmɑrk/
noun
1. A marker (a piece of paper or ribbon) placed between the pages of a book to mark the reader's place
- synonym:
- bookmark ,
- bookmarker
1. Ένας δείκτης (ένα κομμάτι χαρτί ή κορδέλα) τοποθετείται ανάμεσα στις σελίδες ενός βιβλίου για να σηματοδοτήσει τη θέση του αναγνώστη
- συνώνυμο:
- σελιδοδείκτης ,
- σελιδοδείκτησ