Translation meaning & definition of the word "bode" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "λέξη" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Bode
[Λεωφόρος]/boʊd/
verb
1. Indicate by signs
- "These signs bode bad news"
- synonym:
- bode ,
- portend ,
- auspicate ,
- prognosticate ,
- omen ,
- presage ,
- betoken ,
- foreshadow ,
- augur ,
- foretell ,
- prefigure ,
- forecast ,
- predict
1. Υποδείξτε με σημάδια
- "Αυτά τα σημάδια προκαλούν άσχημα νέα"
- συνώνυμο:
- πεδίο ,
- προμηνύω ,
- αιγίδα ,
- προγνωστικό ,
- οιωνοί ,
- προαγωγή ,
- προφυλακτικόσ ,
- αυγή ,
- προείπα ,
- προεικονίζω ,
- πρόβλεψη ,
- προβλέπω
Examples of using
The sound of trumpet will bode the end of the world.
Ο ήχος της τρομπέτας θα φέρει το τέλος του κόσμου.
This does not bode well.
Αυτό δεν αποτελεί καλό λόγο.
This does not bode well.
Αυτό δεν αποτελεί καλό λόγο.