Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "blasting" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ανατίναξη" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Blasting

[Ανατίναξη]
/blæstɪŋ/

adjective

1. Causing injury or blight

  • Especially affecting with sudden violence or plague or ruin
  • "The blasting effects of the intense cold on the budding fruit"
  • "The blasting force of the wind blowing sharp needles of sleet in our faces"
  • "A ruinous war"
    synonym:
  • blasting
  • ,
  • ruinous

1. Προκαλώντας τραυματισμό ή αναταραχή

  • Ειδικά επηρεάζοντας με αιφνίδια βία ή πανούκλα ή καταστροφή
  • "Οι επιπτώσεις ανατίναξης του έντονου κρυολογήματος στους εκκολαπτόμενους καρπούς"
  • "Η δύναμη ανατίναξης του ανέμου που φυσάει αιχμηρές βελόνες του χιονιού στα πρόσωπά μας"
  • "Ένας καταστροφικός πόλεμος"
    συνώνυμο:
  • ανατίναξη
  • ,
  • καταστροφικόσ

2. Unpleasantly loud and penetrating

  • "The blaring noise of trumpets"
  • "Shut our ears against the blasting music from his car radio"
    synonym:
  • blaring
  • ,
  • blasting

2. Δυσάρεστα δυνατά και διεισδυτικά

  • "Ο θόρυβος των τρομπετών"
  • "Κλείστε τα αυτιά μας ενάντια στη μουσική ανατίναξης από το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου του"
    συνώνυμο:
  • αναταράξεισ
  • ,
  • ανατίναξη