Translation meaning & definition of the word "biography" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "βιογραφία" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Biography
[Βιογραφία]/baɪɑgrəfi/
noun
1. An account of the series of events making up a person's life
- synonym:
- biography ,
- life ,
- life story ,
- life history
1. Μια αφήγηση της σειράς των γεγονότων που αποτελούν τη ζωή ενός ατόμου
- συνώνυμο:
- βιογραφία ,
- ζωή ,
- ιστορία ζωής ,
- ιστορία της ζωής