Translation meaning & definition of the word "backwards" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "πίσω" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Backwards
[Πίσω]/bækwərdz/
adverb
1. At or to or toward the back or rear
- "He moved back"
- "Tripped when he stepped backward"
- "She looked rearward out the window of the car"
- synonym:
- back ,
- backward ,
- backwards ,
- rearward ,
- rearwards
1. Στο ή προς ή προς το πίσω ή προς τα πίσω
- "Επέστρεψε"
- "Έτρεξε όταν πήγε προς τα πίσω"
- "Κοίταξε προς τα πίσω από το παράθυρο του αυτοκινήτου"
- συνώνυμο:
- πίσω ,
- προς τα πίσω
2. In a manner or order or direction the reverse of normal
- "It's easy to get the `i' and the `e' backward in words like `seize' and `siege'"
- "The child put her jersey on backward"
- synonym:
- backward ,
- backwards
2. Με τρόπο ή τάξη ή κατεύθυνση το αντίστροφο του κανονικού
- "Είναι εύκολο να πάρεις το `εγώ' και το `ε' πίσω με λέξεις όπως `μεγάλο μέγεθος' και `πολιορκία'"
- "Το παιδί έβαλε τη φανέλα της προς τα πίσω"
- συνώνυμο:
- προς τα πίσω
Examples of using
Your T-shirt's on backwards.
Το μπλουζάκι σου είναι προς τα πίσω.
Say the alphabet backwards.
Πείτε το αλφάβητο προς τα πίσω.