Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "awry" into Greek language

Μεταφραστική έννοια και ορισμός της λέξης "ξηρός" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Awry

[Σουφρώνω]
/əraɪ/

adjective

1. Turned or twisted toward one side

  • "A...youth with a gorgeous red necktie all awry"- g.k.chesterton
  • "His wig was, as the british say, skew-whiff"
    synonym:
  • askew
  • ,
  • awry(p)
  • ,
  • cockeyed
  • ,
  • lopsided
  • ,
  • wonky
  • ,
  • skew-whiff

1. Στραμμένος ή στραμμένος προς τη μία πλευρά

  • "Α. νεότερος με ένα πανέμορφο κόκκινο λαιμό όλα στραβά"- γ.κ. τσέστερτον
  • "Η περούκα του ήταν, όπως λένε οι βρετανοί, σκεπτόμυαλος"
    συνώνυμο:
  • ασκείται
  • ,
  • υπ()<TAG1>
  • ,
  • παραπλανημένοσ
  • ,
  • λυγισμένος
  • ,
  • βαρύτητα
  • ,
  • ανατριχιαστικός

2. Not functioning properly

  • "Something is amiss"
  • "Has gone completely haywire"
  • "Something is wrong with the engine"
    synonym:
  • amiss(p)
  • ,
  • awry(p)
  • ,
  • haywire
  • ,
  • wrong(p)

2. Δεν λειτουργεί σωστά

  • "Κάτι είναι λάθος"
  • "Έχει πάει εντελώς αλάτι"
  • "Κάτι δεν πάει καλά με τον κινητήρα"
    συνώνυμο:
  • αμισ()<TAG1>
  • ,
  • υπ()<TAG1>
  • ,
  • αγκυροβόλιο
  • ,
  • λάθος()<TAG1>

adverb

1. Away from the correct or expected course

  • "Something has gone awry in our plans"
  • "Something went badly amiss in the preparations"
    synonym:
  • awry
  • ,
  • amiss

1. Μακριά από τη σωστή ή αναμενόμενη πορεία

  • "Κάτι έχει πάει στραβά στα σχέδιά μας"
  • "Κάτι πήγε άσχημα στις προετοιμασίες"
    συνώνυμο:
  • λαχταρώ
  • ,
  • είμαι ευγενής

2. Turned or twisted to one side

  • "Rugs lying askew"
  • "With his necktie twisted awry"
    synonym:
  • askew
  • ,
  • awry
  • ,
  • skew-whiff

2. Στροφή ή στριμμένη στη μία πλευρά

  • "Φάρμακα που λένε ψέματα"
  • "Με το λαιμό του στριμμένο στραβά"
    συνώνυμο:
  • ασκείται
  • ,
  • λαχταρώ
  • ,
  • ανατριχιαστικός

Examples of using

Today, everything went awry from the start.
Σήμερα, όλα πήγαν στραβά από την αρχή.
Today, everything went awry from the start.
Σήμερα, όλα πήγαν στραβά από την αρχή.