Translation meaning & definition of the word "averse" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αντίθετη" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Averse
[Αντίστροφοσ]/əvərs/
adjective
1. (usually followed by `to') strongly opposed
- "Antipathetic to new ideas"
- "Averse to taking risks"
- "Loath to go on such short notice"
- "Clearly indisposed to grant their request"
- synonym:
- antipathetic ,
- antipathetical ,
- averse(p) ,
- indisposed(p) ,
- loath(p) ,
- loth(p)
1. (συνήθως ακολουθείται από ```) έντονα αντίθετο
- "Αντιπαθητικό σε νέες ιδέες"
- "Αντίθετα με την ανάληψη κινδύνων"
- "Πρόθυμος να πάει σε τόσο σύντομη ειδοποίηση"
- "Σαφώς απρόθυμοι να υποβάλουν το αίτημά τους"
- συνώνυμο:
- αντιπαθητική ,
- ανεπιθύμητο ,
- αποτελεσματικό( ,
- λοαθ()<TAG1> ,
- λοθ()<TAG1>