Translation meaning & definition of the word "area" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "περιοχή" στην ελληνική γλώσσα
Area
[Περιοχή]noun
1. A particular geographical region of indefinite boundary (usually serving some special purpose or distinguished by its people or culture or geography)
- "It was a mountainous area"
- "Bible country"
- synonym:
- area ,
- country
1. Μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή αόριστου ορίου (συνήθως εξυπηρετεί κάποιο ειδικό σκοπό ή διακρίνεται από τους ανθρώπους ή τον πολιτισμό ή τη γεωγραφία)
- "Ήταν μια ορεινή περιοχή"
- "Βιβλική χώρα"
- συνώνυμο:
- περιοχή ,
- χώρα
2. A subject of study
- "It was his area of specialization"
- "Areas of interest include..."
- synonym:
- area
2. Ένα θέμα μελέτης
- "Ήταν ο τομέας εξειδίκευσής του"
- "Οι περιοχές ενδιαφέροντος περιλαμβάνουν..."
- συνώνυμο:
- περιοχή
3. A part of an animal that has a special function or is supplied by a given artery or nerve
- "In the abdominal region"
- synonym:
- area ,
- region
3. Ένα μέρος ενός ζώου που έχει μια ειδική λειτουργία ή παρέχεται από μια δεδομένη αρτηρία ή νεύρο
- "Στην κοιλιακή περιοχή"
- συνώνυμο:
- περιοχή
4. A particular environment or walk of life
- "His social sphere is limited"
- "It was a closed area of employment"
- "He's out of my orbit"
- synonym:
- sphere ,
- domain ,
- area ,
- orbit ,
- field ,
- arena
4. Ένα συγκεκριμένο περιβάλλον ή περίπατος ζωής
- "Η κοινωνική του σφαίρα είναι περιορισμένη"
- "Ήταν ένας κλειστός χώρος απασχόλησης"
- "Είναι έξω από την τροχιά μου"
- συνώνυμο:
- σφαίρα ,
- τομέασ ,
- περιοχή ,
- τροχιά ,
- πεδίο ,
- αρένα
5. A part of a structure having some specific characteristic or function
- "The spacious cooking area provided plenty of room for servants"
- synonym:
- area
5. Ένα μέρος μιας δομής που έχει κάποιο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό ή λειτουργία
- "Ο ευρύχωρος χώρος μαγειρέματος παρείχε άφθονο χώρο για τους υπηρέτες"
- συνώνυμο:
- περιοχή
6. The extent of a 2-dimensional surface enclosed within a boundary
- "The area of a rectangle"
- "It was about 500 square feet in area"
- synonym:
- area ,
- expanse ,
- surface area
6. Η έκταση μιας 2-διάστατης επιφάνειας που περικλείεται μέσα σε ένα όριο
- "Η περιοχή ενός ορθογωνίου"
- "Ήταν περίπου 500 τετραγωνικά πόδια στην περιοχή"
- συνώνυμο:
- περιοχή ,
- επέκταση ,
- επιφάνεια