Translation meaning & definition of the word "antacid" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αντιόξινο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Antacid
[Αντιόξινο]/æntæsəd/
noun
1. An agent that counteracts or neutralizes acidity (especially in the stomach)
- synonym:
- antacid ,
- gastric antacid ,
- alkalizer ,
- alkaliser ,
- antiacid
1. Ένας παράγοντας που αντιδρά ή εξουδετερώνει την οξύτητα (ειδικά στο στομάχι)
- συνώνυμο:
- αντιόξινο ,
- γαστρικό αντιόξινο ,
- αλκαλοποιητή ,
- αλκαλιστήσ ,
- αντιοξειδωτικό
adjective
1. Acting to neutralize acid (especially in the stomach)
- synonym:
- antacid
1. Ενεργώντας για να εξουδετερώσει το οξύ (ειδικά στο στομάχι)
- συνώνυμο:
- αντιόξινο