Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "alphabet" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αλφάβητο" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Alphabet

[Αλφάβητο]
/ælfəbɛt/

noun

1. A character set that includes letters and is used to write a language

    synonym:
  • alphabet

1. Ένα σύνολο χαρακτήρων που περιλαμβάνει γράμματα και χρησιμοποιείται για να γράψει μια γλώσσα

    συνώνυμο:
  • αλφάβητο

2. The elementary stages of any subject (usually plural)

  • "He mastered only the rudiments of geometry"
    synonym:
  • rudiment
  • ,
  • first rudiment
  • ,
  • first principle
  • ,
  • alphabet
  • ,
  • ABC
  • ,
  • ABC's
  • ,
  • ABCs

2. Τα στοιχειώδη στάδια οποιουδήποτε θέματος (συνήθως πληθυντικό)

  • "Κατέκτησε μόνο τα βασικά στοιχεία της γεωμετρίας"
    συνώνυμο:
  • πρωτάθλημα
  • ,
  • πρώτο βήμα
  • ,
  • πρώτη αρχή
  • ,
  • αλφάβητο
  • ,
  • ΑΒΥ
  • ,
  • ΑΒΚ
  • ,
  • ΑΒΣ

Examples of using

Can I change the English alphabet?
Μπορώ να αλλάξω το αγγλικό αλφάβητο?
Have you learned all the letters in the alphabet?
Έχετε μάθει όλα τα γράμματα στο αλφάβητο?
The Esperanto alphabet has 100 letters.
Το αλφάβητο Εσπεράντο έχει 100 γράμματα.