Translation meaning & definition of the word "alkalinity" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αλκαλικότητα" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Alkalinity
[Αλκαλικότητα]/ælkəlɪnəti/
noun
1. Ph values above 7
- synonym:
- alkalinity
1. Τιμές επάνω από 7
- συνώνυμο:
- αλκαλικότητα