Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "agency" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "επιχειρηματικότητα" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Agency

[Οργανισμός]
/eʤənsi/

noun

1. An administrative unit of government

  • "The central intelligence agency"
  • "The census bureau"
  • "Office of management and budget"
  • "Tennessee valley authority"
    synonym:
  • agency
  • ,
  • federal agency
  • ,
  • government agency
  • ,
  • bureau
  • ,
  • office
  • ,
  • authority

1. Διοικητική μονάδα της κυβέρνησης

  • "Κεντρική υπηρεσία πληροφοριών"
  • "Το γραφείο απογραφών"
  • "Γραφείο διοίκησης και προϋπολογισμού"
  • "Αρχή κοιλάδας του τενεσί"
    συνώνυμο:
  • οργανισμός
  • ,
  • ομοσπονδιακή υπηρεσία
  • ,
  • κυβερνητική υπηρεσία
  • ,
  • γραφείο
  • ,
  • αρχή

2. A business that serves other businesses

    synonym:
  • agency

2. Μια επιχείρηση που εξυπηρετεί άλλες επιχειρήσεις

    συνώνυμο:
  • οργανισμός

3. The state of being in action or exerting power

  • "The agency of providence"
  • "She has free agency"
    synonym:
  • agency

3. Η κατάσταση του να είσαι σε δράση ή να ασκείς δύναμη

  • "Το πρακτορείο της πρόνοιας"
  • "Έχει ελεύθερη υπηρεσία"
    συνώνυμο:
  • οργανισμός

4. The state of serving as an official and authorized delegate or agent

    synonym:
  • representation
  • ,
  • delegacy
  • ,
  • agency

4. Η κατάσταση υπηρεσίας ως επίσημος και εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος ή πράκτορας

    συνώνυμο:
  • εκπροσώπηση
  • ,
  • αντιπροσωπεία
  • ,
  • οργανισμός

5. How a result is obtained or an end is achieved

  • "A means of control"
  • "An example is the best agency of instruction"
  • "The true way to success"
    synonym:
  • means
  • ,
  • agency
  • ,
  • way

5. Πώς επιτυγχάνεται ένα αποτέλεσμα ή πώς επιτυγχάνεται ένα τέλος

  • "Ένα μέσο ελέγχου"
  • "Ένα παράδειγμα είναι η καλύτερη υπηρεσία διδασκαλίας"
  • "Ο πραγματικός δρόμος προς την επιτυχία"
    συνώνυμο:
  • μέσα
  • ,
  • οργανισμός
  • ,
  • τρόπος

Examples of using

Travel agency "Grand Tours": for one grand, a tour to any place on the globe!
Ταξιδιωτικό γραφείο "Μεγάλες Περιηγήσεις": για ένα μεγάλο, μια περιήγηση σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου!
Please, where's the closest travel agency?
Πού είναι το πλησιέστερο ταξιδιωτικό γραφείο?
Francesca has a fuller figure than many of the other models at the agency.
Η Φραντσέσκα έχει μια πληρέστερη φιγούρα από πολλά από τα άλλα μοντέλα του οργανισμού.