Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "afraid" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "φοβάται" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Afraid

[Φοβάται]
/əfred/

adjective

1. Filled with fear or apprehension

  • "Afraid even to turn his head"
  • "Suddenly looked afraid"
  • "Afraid for his life"
  • "Afraid of snakes"
  • "Afraid to ask questions"
    synonym:
  • afraid(p)

1. Γεμάτο φόβο ή ανησυχία

  • "Φοβάται ακόμη και να γυρίσει το κεφάλι του"
  • "Φαινόταν απότομα φοβισμένος"
  • "Φοβάται για τη ζωή του"
  • "Φοβάται τα φίδια"
  • "Φοβάμαι να κάνω ερωτήσεις"
    συνώνυμο:
  • φοβ()<TAG1>

2. Filled with regret or concern

  • Used often to soften an unpleasant statement
  • "I'm afraid i won't be able to come"
  • "He was afraid he would have to let her go"
  • "I'm afraid you're wrong"
    synonym:
  • afraid

2. Γεμάτο με λύπη ή ανησυχία

  • Χρησιμοποιείται συχνά για να μαλακώσει μια δυσάρεστη δήλωση
  • "Φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσω να έρθω"
  • "Φοβόταν ότι θα την άφηνε να φύγει"
  • "Φοβάμαι ότι κάνεις λάθος"
    συνώνυμο:
  • φοβάμαι

3. Feeling worry or concern or insecurity

  • "She was afraid that i might be embarrassed"
  • "Terribly afraid of offending someone"
  • "I am afraid we have witnessed only the first phase of the conflict"
    synonym:
  • afraid

3. Αίσθημα ανησυχίας ή ανησυχίας ή ανασφάλειας

  • "Φοβήθηκε ότι μπορεί να ντρέπομαι"
  • "Φοβάται να προσβάλει κάποιον"
  • "Φοβάμαι ότι έχουμε δει μόνο την πρώτη φάση της σύγκρουσης"
    συνώνυμο:
  • φοβάμαι

4. Having feelings of aversion or unwillingness

  • "Afraid of hard work"
  • "Afraid to show emotion"
    synonym:
  • afraid

4. Έχοντας αισθήματα αποστροφής ή απροθυμίας

  • "Φοβάται τη σκληρή δουλειά"
  • "Φοβάσαι να δείξεις συναίσθημα"
    συνώνυμο:
  • φοβάμαι

Examples of using

I'm afraid of death very much. But thus I don't prevent it, but rather give myself some problems.
Φοβάμαι πολύ το θάνατο. Αλλά έτσι δεν το αποτρέπω, αλλά μάλλον δίνω στον εαυτό μου κάποια προβλήματα.
I'm afraid I won't be able to have lunch with you today.
Φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσω να γευματίσω μαζί σας σήμερα.
I'm afraid I'll have to disappoint you. I don't want to be involved in your conversation.
Φοβάμαι ότι θα πρέπει να σε απογοητεύσω. Δεν θέλω να συμμετέχω στη συνομιλία σας.