Translation meaning & definition of the word "affect" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "επηρεάζουν" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Affect
[Επηρεάζω]/əfɛkt/
noun
1. The conscious subjective aspect of feeling or emotion
- synonym:
- affect
1. Η συνειδητή υποκειμενική πτυχή του συναισθήματος ή του συναισθήματος
- συνώνυμο:
- επηρεάζω
verb
1. Have an effect upon
- "Will the new rules affect me?"
- synonym:
- affect ,
- impact ,
- bear upon ,
- bear on ,
- touch on ,
- touch
1. Έχω επίδραση σε
- "Θα με επηρεάσουν οι νέοι κανόνες?"
- συνώνυμο:
- επηρεάζω ,
- αντίκτυπος ,
- αναλαμβάνω ,
- αναποτιμώ ,
- αγγίζω ,
- αφή
2. Act physically on
- Have an effect upon
- "The medicine affects my heart rate"
- synonym:
- affect
2. Ενεργώ σωματικά
- Έχω επίδραση σε
- "Το φάρμακο επηρεάζει τον καρδιακό μου ρυθμό"
- συνώνυμο:
- επηρεάζω
3. Connect closely and often incriminatingly
- "This new ruling affects your business"
- synonym:
- involve ,
- affect ,
- regard
3. Συνδεθείτε στενά και συχνά ενοχοποιητικά
- "Αυτή η νέα απόφαση επηρεάζει την επιχείρησή σας"
- συνώνυμο:
- περιλαμβάνω ,
- επηρεάζω ,
- αναφέρομαι
4. Make believe with the intent to deceive
- "He feigned that he was ill"
- "He shammed a headache"
- synonym:
- feign ,
- sham ,
- pretend ,
- affect ,
- dissemble
4. Πιστέψτε με την πρόθεση να εξαπατήσετε
- "Φρόντισε να είναι άρρωστος"
- "Κατέστρεψε πονοκέφαλο"
- συνώνυμο:
- προσποιητόσ ,
- σαμ ,
- προσποιούμαι ,
- επηρεάζω ,
- αποσυναρμολογώ
5. Have an emotional or cognitive impact upon
- "This child impressed me as unusually mature"
- "This behavior struck me as odd"
- synonym:
- affect ,
- impress ,
- move ,
- strike
5. Έχετε συναισθηματική ή γνωστική επίδραση σε
- "Αυτό το παιδί με εντυπωσίασε ως ασυνήθιστα ώριμο"
- "Αυτή η συμπεριφορά με χτύπησε ως περίεργο"
- συνώνυμο:
- επηρεάζω ,
- εντυπωσιάζω ,
- κινώ ,
- απεργία
Examples of using
Bending the cable too tightly can also adversely affect the signal quality.
Η κάμψη του καλωδίου πολύ σφιχτά μπορεί επίσης να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα του σήματος.
I hope this won't affect our friendship.
Ελπίζω να μην επηρεάσει τη φιλία μας.
Other peoples' expectations affect how we behave.
Οι προσδοκίες των άλλων επηρεάζουν τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε.