Translation meaning & definition of the word "aegis" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "αίγης" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Aegis
[Αίγης]/iʤəs/
noun
1. Kindly endorsement and guidance
- "The tournament was held under the auspices of the city council"
- synonym:
- auspices ,
- protection ,
- aegis
1. Ευγενική υποστήριξη και καθοδήγηση
- "Το τουρνουά διεξήχθη υπό την αιγίδα του δημοτικού συμβουλίου"
- συνώνυμο:
- αιγίδα ,
- προστασία ,
- αίγης
2. Armor plate that protects the chest
- The front part of a cuirass
- synonym:
- breastplate ,
- aegis ,
- egis
2. Πλάκα πανοπλίας που προστατεύει το στήθος
- Το μπροστινό μέρος ενός κουίρα
- συνώνυμο:
- παραπονεμένοσ ,
- αίγης ,
- εγις