"Sometimes it seems, Tom, that we're the only adequate people over here." "You're right, Mary. However sad it is, but we're surrounded by idiots only, and their ring is inexorably tightening."
"Μερικές φορές φαίνεται, Τομ, ότι είμαστε οι μόνοι επαρκείς άνθρωποι εδώ πέρα." "Έχεις δίκιο, Μαίρη. Όσο λυπηρό κι αν είναι, αλλά είμαστε περιτριγυρισμένοι μόνο από ηλίθιους και το δαχτυλίδι τους σφίγγει αναπόφευκτα."
When Rafael was studying medicine, he painfully saw how people afflicted by heart diseases died due to lack of adequate medical equipment.
Όταν ο Ραφαέλ σπούδαζε ιατρική, είδε οδυνηρά πώς πέθαναν οι άνθρωποι που έπασχαν από καρδιακές παθήσεις λόγω έλλειψης επαρκούς ιατρικού εξοπλισμού.
It was adequate.
Ήταν επαρκές.
An income adequate for one's needs.
Ένα εισόδημα επαρκές για τις ανάγκες κάποιου.
She isn't adequate to the task.
Δεν είναι επαρκής για το έργο.
The project to build a new sports center has fallen through for lack of adequate funds.
Το έργο για την κατασκευή ενός νέου αθλητικού κέντρου απέτυχε λόγω έλλειψης επαρκών κεφαλαίων.
He is adequate for the post.
Είναι επαρκής για τη θέση.
The national health service was far from adequate.
Η εθνική υπηρεσία υγείας δεν ήταν καθόλου επαρκής.
For free English to Greek translation, utilize the Lingvanex translation apps.
We apply ultimate machine translation technology and artificial intelligence to offer a free Greek-English online text translator.