Lingvanex Tranalator

Translator for


translation app

Lingvanex - your universal translation app

Translator for

Download For Free

Translation meaning & definition of the word "actor" into Greek language

Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ηθοποιός" στην ελληνική γλώσσα

EnglishGreek

Actor

[Ηθοποιός]
/æktər/

noun

1. A theatrical performer

    synonym:
  • actor
  • ,
  • histrion
  • ,
  • player
  • ,
  • thespian
  • ,
  • role player

1. Ένας θεατρικός ερμηνευτής

    συνώνυμο:
  • ηθοποιός
  • ,
  • ιστρίου
  • ,
  • παίκτης
  • ,
  • θησπία
  • ,
  • παίκτης ρόλων

2. A person who acts and gets things done

  • "He's a principal actor in this affair"
  • "When you want something done get a doer"
  • "He's a miracle worker"
    synonym:
  • actor
  • ,
  • doer
  • ,
  • worker

2. Ένας άνθρωπος που ενεργεί και κάνει τα πράγματα

  • "Είναι ο κύριος ηθοποιός σε αυτή την υπόθεση"
  • "Όταν θέλετε κάτι να γίνει πάρτε έναν πράκτορα"
  • "Είναι ένας θαυματουργός εργάτης"
    συνώνυμο:
  • ηθοποιός
  • ,
  • πράττων
  • ,
  • εργάτης

Examples of using

Peter O'Toole is my favorite actor.
Ο Πίτερ Ο' Τουλ είναι ο αγαπημένος μου ηθοποιός.
Tom is an outstanding actor.
Ο Τομ είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός.
The actor is making up.
Ο ηθοποιός αποτελεί.