Translation meaning & definition of the word "acapulco" into Greek language
Μεταφραστική έννοια & ορισμός της λέξης "ακαπούλκο" στην ελληνική γλώσσα
English⟶Greek
Acapulco
[Ακαπούλκο]/ækəpʊlkoʊ/
noun
1. A port and fashionable resort city on the pacific coast of southern mexico
- Known for beaches and water sports (including cliff diving)
- synonym:
- Acapulco ,
- Acapulco de Juarez
1. Ένα λιμάνι και μοντέρνα θέρετρο πόλη στην ακτή του ειρηνικού του νότιου μεξικού
- Γνωστό για τις παραλίες και τα θαλάσσια σπορ ( συμπεριλαμβανομένου του γκρεμού)
- συνώνυμο:
- Ακαπούλκο ,
- Ακαπούλκο ντε Χουαρέζ